Τι ακριβώς συμβαίνει;

Η επικρατούσα αντίληψη στην κοινωνία είναι ότι οι τράπεζες που διαχειρίζονται το πλούτο της χώρας υποστηρίζονται ενεργά από το κράτος αλλά δεν χρηματοδοτούν την οικονομία και την κοινωνία.
Η αντίληψη αυτή είναι σωστή ως προς το αποτέλεσμα αλλά λάθος ως προς την ερμηνεία.
Το βασικό ερώτημα είναι γιατί οι ελληνικές τράπεζες δεν δίνουν δάνεια ;

Το άρθρο θα επιχειρήσει απλουστεύοντας ορισμένες διαδικασίες να εξηγήσει γιατί συμβαίνει αυτό αλλά και να καταδείξει γιατί η στάση των τραπεζών όσο και αν δεν είναι αρεστό…είναι δικαιολογημένη.
Οι τράπεζες προ 3ετίας ή 4ετίας χορηγούσαν ετησίως πάνω από 30 δις ευρώ δάνεια.
Διέθεταν μια μεγάλη καταθετική βάση που αυξανόταν κατά 15 δις ευρώ ετησίως κατά μέσο όρο ενώ κατέφευγαν στις αγορές οι οποίες με πολύ μεγάλη ευκολία χρηματοδοτούσαν ομολογιακά, τιτλοποιήσεις και πάσης φύσεως εκδόσεις των τραπεζών.

Στο σύστημα υπήρχε προς κατανάλωση μια ρευστότητα ύψους 70 με 100 δις ευρώ ετησίως που οδηγείτο σε δάνεια, στην χρηματοδότηση των ομολόγων και άλλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Οι τράπεζες απολάμβαναν λοιπόν μεγάλη ρευστότητα, φθηνή ρευστότητα και εύκολη πρόσβαση στις πηγές ρευστότητας.
Ταυτόχρονα η ζήτηση για δανεισμό ήταν πολύ μεγάλη λόγω της ανάπτυξης και του ανοδικού οικονομικού κύκλου.

Σε ένα περιβάλλον υψηλής ρευστότητας και υψηλής ζήτησης η οικονομία αναπτυσσόταν λόγω τραπεζικού δανεισμού.
Αυτό ίσχυε στο παρελθόν.
Φθάνοντας στο σήμερα πως είναι η κατάσταση;

Οι τράπεζες αντί να διαθέτουν ρευστότητα 70 με 100 δις ευρώ μακροπρόθεσμης διάρκειας υποχρεώθηκαν λόγω της δραματικής επιδείνωσης της οικονομίας και μην μπορώντας να προστρέξουν στις αγορές να καταφύγουν στην ΕΚΤ από την οποία έχουν αντλήσει 97,7 δις ευρώ και έναντι αυτών έχουν καταθέσει ως εγγύηση 162 δις ευρώ.
Ταυτόχρονα έχασαν και 34 δις ευρώ καταθέσεις που αποτελεί μόνιμη πληγή στο σύστημα.
Το ακόμη χειρότερο είναι ότι ενώ χάνουν ρευστότητα, αυτή που τους παρέχεται είναι βραχυχρόνιας διάρκειας από 1 έως 3 μήνες όταν στο παρελθόν στην εποχή της πλεονασματικής και μακροπρόθεσμης ρευστότητας στην περίοδο της ελλειμματικής και βραχυχρόνιας ρευστότητας.
Δηλαδή στο παρελθόν οι τράπεζες διέθεταν 100 δις ευρώ μακροπρόθεσμης διάρκειας και σήμερα εμφανίζουν έλλειμμα 100 δις ευρώ και αυτή την έχουν δανεισθεί από την ΕΚΤ για διάστημα 1 έως 3 μηνών.
Αν σε όλα αυτά προσμετρηθεί και το γεγονός ότι η ζήτηση βρίσκεται στο ναδίρ ενώ οι επισφάλειες έχουν εκτιναχθεί λόγω της οικονομικής κρίσης στα 28 με 30 δις ευρώ καθίσταται κατανοητό γιατί οι τράπεζες δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την οικονομία.
Όσο και αν επικριθεί αυτό αλλά οι τράπεζες καλώς και δεν χρηματοδοτούν την οικονομία.
Καθώς μια κατάρρευση επιχείρησης είναι μια πολύ δραματική εξέλιξη με μεγάλες συνέπειες στους εργαζομένους και στον επιχειρηματία αλλά μια κατάρρευση τράπεζας θα οδηγήσει την οικονομία…στην κατάρρευση.
Οι τράπεζες πρέπει να βρουν 100 δις ευρώ ρευστότητα μακροπρόθεσμης διάρκειας και αυτό για να γίνει θα χρειασθούν τουλάχιστον 2 με 3 χρόνια.
Έτσι εξηγείται γιατί ενώ το κράτος δίνει εγγυήσεις αυτές δεν φθάνουν στην πραγματική οικονομία.
Είναι σαν να δίνεις ασπιρίνη σε ένα βαριά ασθενή στην εντατική.

Του Πέτρου Λεωτσάκου από το bankingnews

Σχόλια