Χώρες που έχουν ισχυρά ένστικτα αυτοσυντήρησης, αξιοποιώντας όλες τις δυνάμεις τους, αυξάνουν τον «δείκτη συναίνεσης» για να αντιμετωπίσουν μια μεγάλη κρίση. Στη Πορτογαλία, μπροστά στην προοπτική πίεσης των αγορών τα δυο μεγάλα κόμματα ψήφισαν τον προϋπολογισμό. Στην Ιρλανδία, αποφευχθήκαν ακραίες συγκρούσεις και πόλωση, παρά το ότι η κατάρρευση της οικονομίας προκλήθηκε από συγκεκριμένους πολιτικούς και τραπεζίτες.
Η θέση της χώρας μας είναι ακόμη πιο δεινή. Αν και βρεθήκαμε ένα βήμα πριν την άβυσσο της χρεοκοπίας και με τον κίνδυνο πάντα στο κόκκινο, το κομματικό και πολιτικό σύστημα έχει εξοβελίσει κάθε προοπτική συναίνεσης. Μάταια ο Γιώργος Παπανδρέου αναζητά στοιχειώδη συνεννόηση. Βεβαίως στην χώρα μας, εδώ και δεκαετίες, οι αντιπολιτεύσεις ήσαν όλες μηδενιστικές και συγκρουσιακές. Όμως σήμερα οι συγκυρίες είναι τόσο κρίσιμες που, η στάση αυτή θα έπρεπε να είχε μεταμορφωθεί. Η όποια μεταμόρφωση όμως, είναι προς το χειρότερο! Αριστερή και δεξιά αντιπολίτευση αντιδρούν λυσσαλέα και υστερικά.
Τούτο συμβαίνει μάλιστα όταν η χώρα μπαίνει στο δεύτερο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι της. Αφού η κυβέρνηση Παπανδρέου απέτρεψε, δια του μνημονίου, την χρεοκοπία και αναστήλωσε σε κάποιο βαθμό την αξιοπιστία της χώρας, η αξιοπιστία αυτή βρίσκεται εκ νέου στο μεταίχμιο. Καθώς οι δανειστές και εταίροι δεν πείθονται πλήρως ότι γίνονται αποφασιστικές, γοργές και χειροπιαστές μεταρρυθμίσεις. Με δεδομένο ότι οι πάντες στη χώρα, αερολογώντας, μιλούν για ανάπτυξη, η κυβέρνηση καλείται να κάνει πράξη τις τομές εκείνες που θα πετύχουν τον στόχο αυτό. Περιορίζοντας τον αδηφάγο δημόσιο τομέα, που είναι η κεντρική εστία των τωρινών δεινών. Υλοποιώντας τολμηρές ιδιωτικοποιήσεις. Τούτες οι ζωτικές τομές, συναντούν όμως αντιστάσεις. Όχι μόνο από συντεχνιακά συμφέροντα, αλλά και από σύσσωμη την αντιπολίτευση που τα στηρίζει ανοιχτά ή υπόγεια.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, η κυβέρνηση έχει τα δικά της προβλήματα. Έχει κάποιους υπουργούς κολλημένους στον κρατισμό του παρελθόντος, που γι’ αυτό «σέρνουν τα πόδια τους». Ενώ κάποιοι βουλευτές στοχοποιούν ακριβώς τους Υπουργούς εκείνους που υλοποιούν τις αναγκαίες αλλαγές! Όλα τούτα τα διαπιστώνουν οι εταίροι-δανειστές μας. Γι’ αυτό διερωτώνται αν μπορεί να τα βγάλει πέρα ο Έλληνας Πρωθυπουργός, μαζί με τον Υπουργό Οικονομικών, και τους λίγους Υπουργούς που τους συνδράμουν. Θέτουν επίσης το κρίσιμο ερώτημα: Μπορεί να κάνει μια χώρα μεγάλες και τολμηρές αλλαγές δεκαετιών, εάν εντός του πολιτικού πλαισίου ο «δείκτης συναίνεσης» βρίσκεται στο ναδήρ;
Γι’ αυτό μας προτρέπουν, μέσα από την συνεννόηση να προσπαθούμε από κοινού. Οι προτροπές είναι δυστυχώς επί ματαίω. Η Αριστερά, νοσταλγεί «ανώτερες μορφές ταξικής πάλης», με το ΚΚΕ να αναπολεί την θλιβερή σελίδα του εμφυλίου πολέμου! Με την δήθεν ανανεωτική Αριστερά, να έχει υπερκεράσει το ΚΚΕ σε εμπρηστική ρητορική και συμπεριφορά, καλώντας σε «λαϊκή εξέγερση». Με την ΝΔ, τον δεύτερο κομματικό πυλώνα του τόπου, να θυμίζει ΣΥΡΙΖΑ στην τυφλά συγκρουσιακή και λαϊκιστική στρατηγική της. Με τον ΛΑΟΣ να ξαναγυρίζει στις ρίζες του.
Με αυτή την αντιπολίτευση, καμιά συναίνεση δεν είναι εφικτή। Τούτο βεβαίως επιβαρύνει την αξιοπιστία της χώρας. Προσθέτοντας ένα ακόμη αρνητικό «δείκτη». Αδυνατίζει έτσι την εμπιστοσύνη στις προσπάθειες της Ελλάδος, ως μιας χώρας βαθειά διχασμένης στο πολιτικό πεδίο. Τι απομένει λοιπόν; Απομένουν οι θαρραλέες και ημιτελείς προσπάθειες μιας κυβέρνησης, με μόνο σύμμαχο την ανοχή των πιο ώριμων πολιτών.
Η θέση της χώρας μας είναι ακόμη πιο δεινή. Αν και βρεθήκαμε ένα βήμα πριν την άβυσσο της χρεοκοπίας και με τον κίνδυνο πάντα στο κόκκινο, το κομματικό και πολιτικό σύστημα έχει εξοβελίσει κάθε προοπτική συναίνεσης. Μάταια ο Γιώργος Παπανδρέου αναζητά στοιχειώδη συνεννόηση. Βεβαίως στην χώρα μας, εδώ και δεκαετίες, οι αντιπολιτεύσεις ήσαν όλες μηδενιστικές και συγκρουσιακές. Όμως σήμερα οι συγκυρίες είναι τόσο κρίσιμες που, η στάση αυτή θα έπρεπε να είχε μεταμορφωθεί. Η όποια μεταμόρφωση όμως, είναι προς το χειρότερο! Αριστερή και δεξιά αντιπολίτευση αντιδρούν λυσσαλέα και υστερικά.
Τούτο συμβαίνει μάλιστα όταν η χώρα μπαίνει στο δεύτερο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι της. Αφού η κυβέρνηση Παπανδρέου απέτρεψε, δια του μνημονίου, την χρεοκοπία και αναστήλωσε σε κάποιο βαθμό την αξιοπιστία της χώρας, η αξιοπιστία αυτή βρίσκεται εκ νέου στο μεταίχμιο. Καθώς οι δανειστές και εταίροι δεν πείθονται πλήρως ότι γίνονται αποφασιστικές, γοργές και χειροπιαστές μεταρρυθμίσεις. Με δεδομένο ότι οι πάντες στη χώρα, αερολογώντας, μιλούν για ανάπτυξη, η κυβέρνηση καλείται να κάνει πράξη τις τομές εκείνες που θα πετύχουν τον στόχο αυτό. Περιορίζοντας τον αδηφάγο δημόσιο τομέα, που είναι η κεντρική εστία των τωρινών δεινών. Υλοποιώντας τολμηρές ιδιωτικοποιήσεις. Τούτες οι ζωτικές τομές, συναντούν όμως αντιστάσεις. Όχι μόνο από συντεχνιακά συμφέροντα, αλλά και από σύσσωμη την αντιπολίτευση που τα στηρίζει ανοιχτά ή υπόγεια.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, η κυβέρνηση έχει τα δικά της προβλήματα. Έχει κάποιους υπουργούς κολλημένους στον κρατισμό του παρελθόντος, που γι’ αυτό «σέρνουν τα πόδια τους». Ενώ κάποιοι βουλευτές στοχοποιούν ακριβώς τους Υπουργούς εκείνους που υλοποιούν τις αναγκαίες αλλαγές! Όλα τούτα τα διαπιστώνουν οι εταίροι-δανειστές μας. Γι’ αυτό διερωτώνται αν μπορεί να τα βγάλει πέρα ο Έλληνας Πρωθυπουργός, μαζί με τον Υπουργό Οικονομικών, και τους λίγους Υπουργούς που τους συνδράμουν. Θέτουν επίσης το κρίσιμο ερώτημα: Μπορεί να κάνει μια χώρα μεγάλες και τολμηρές αλλαγές δεκαετιών, εάν εντός του πολιτικού πλαισίου ο «δείκτης συναίνεσης» βρίσκεται στο ναδήρ;
Γι’ αυτό μας προτρέπουν, μέσα από την συνεννόηση να προσπαθούμε από κοινού. Οι προτροπές είναι δυστυχώς επί ματαίω. Η Αριστερά, νοσταλγεί «ανώτερες μορφές ταξικής πάλης», με το ΚΚΕ να αναπολεί την θλιβερή σελίδα του εμφυλίου πολέμου! Με την δήθεν ανανεωτική Αριστερά, να έχει υπερκεράσει το ΚΚΕ σε εμπρηστική ρητορική και συμπεριφορά, καλώντας σε «λαϊκή εξέγερση». Με την ΝΔ, τον δεύτερο κομματικό πυλώνα του τόπου, να θυμίζει ΣΥΡΙΖΑ στην τυφλά συγκρουσιακή και λαϊκιστική στρατηγική της. Με τον ΛΑΟΣ να ξαναγυρίζει στις ρίζες του.
Με αυτή την αντιπολίτευση, καμιά συναίνεση δεν είναι εφικτή। Τούτο βεβαίως επιβαρύνει την αξιοπιστία της χώρας. Προσθέτοντας ένα ακόμη αρνητικό «δείκτη». Αδυνατίζει έτσι την εμπιστοσύνη στις προσπάθειες της Ελλάδος, ως μιας χώρας βαθειά διχασμένης στο πολιτικό πεδίο. Τι απομένει λοιπόν; Απομένουν οι θαρραλέες και ημιτελείς προσπάθειες μιας κυβέρνησης, με μόνο σύμμαχο την ανοχή των πιο ώριμων πολιτών.
του Γιάννη Λούλη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου