Θα έχετε παρατηρήσει ότι ο οποιοσδήποτε σχολιαστής αναφέρεται σε μία απεργία εργαζομένων, πριν καν πει την άποψή του συνηθίζει να προτάσσει το αξίωμα ότι η απεργία είναι ιερό δικαίωμα και ότι οι απεργοί έχουν και δίκαια αιτήματα. Κι αυτό διότι φοβάται να διαφωνήσει ανοικτά με μία απεργία και να πει ότι πολλές φορές τα αιτήματα είναι αστεία. Υπάρχουν ταμπού σε αυτή την κοινωνία, που προστατεύουν επαρκώς τους επαγγελματίες συνδικαλιστές και εν δυνάμει πολιτικούς αστέρες του μέλλοντος...
Φωνάζουν σήμερα οι συνδικαλιστές του ΟΤΕ. Γιατί; Γιατί έγιναν απολύσεις στην Cosmote. Θα πείτε ότι είναι υποχρέωση ενός συνδικαλιστικού σωματείου να υπερασπίσει τα μέλη του και έχετε δίκιο. Θα πείτε, επίσης, ότι είναι άδικο και δυσάρεστο να χάνονται θέσεις εργασίας και ότι κανείς από εμάς δεν θα ήθελε να βρεθεί και ιδιαίτερα αυτή την εποχή στο στρατόπεδο της ανεργίας. Και πάλι δίκιο έχετε.
Από την άλλη πλευρά, είναι και δικαίωμα της εργοδοσίας να κρίνει το καλύτερο για την εταιρεία. Φανταζόμαστε ότι και πάλι δεν θα διαφωνήσει κάποιος. Εκτός και αν κάποιος πιστεύει ότι ζούμε σε καθεστώς σοσιαλιστικής δημοκρατίας, ότι όλοι οι εργαζόμενοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι κι έτσι απαγορεύονται οι απολύσεις. Αλλά εδώ το θέμα αυτό έχει αντιμετωπιστεί ακόμη και στην... κουμουνιστική Κούβα...
Σε μία δημοκρατική κοινωνία, τα όρια των δικαιωμάτων του καθενός είναι οριοθετημένα. Ο καθένας έχει έναν ρόλο που πρέπει να υπερασπιστεί, διότι με τον τρόπο αυτόν κάνει καλύτερα τη δουλειά του. Η διοίκηση του ΟΤΕ να κάνει τις απολύσεις, αν έτσι υπερασπίζεται το μέλλον της εταιρείας και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων να διεκδικήσουν το καλύτερο για τα μέλη τους. Μέχρις εδώ, καλά. Το πρόβλημα αρχίζει και δημιουργείται από τη στιγμή που ένα από τα δύο μέρη αφήνει στην άκρη τα περί δημοκρατίας και αρχίζει να συμπεριφέρεται με ανάρμοστο τρόπο. Για παράδειγμα, είναι ανάρμοστο να πηγαίνει ο άλλος στη δουλειά του και να κάνει «λευκή απεργία». Ή να κατεβάζει τους διακόπτες. Τα τελευταία χρόνια και στα πλαίσια μιας γενικότερης ελευθεριότητας, έχουμε μάθει να δεχόμαστε τα πάντα. Είναι όμως έτσι;
Ας πούμε ότι ένα ισχυρό συνδικάτο έχει τον «τσαμπουκά» να κατεβάσει τους διακόπτες ή να κάψει τα βαγόνια του τραίνου (το έχουμε ακούσει κι αυτό). Αν το πάμε έτσι, η εργοδοσία τι πρέπει να κάνει; Πως μπορεί να αντιμετωπίσει τους τραμπουκισμούς; Να προσλάβει, μήπως, μπράβους και να περάσει σε αντίμετρα; Κάπως έτσι έβγαζε το ψωμί της η Μαφία στις αρχές του αιώνα στην Αμερική. Άλλοτε έπαιρνε το μέρος της εργοδοσίας και άλλοτε των συνδικάτων. Όποιος πλήρωνε καλύτερα. Σας φαίνεται τραβηγμένο; Είναι πολύ τραβηγμένο. Τόσο, όσο και οποιαδήποτε άλλη πράξη ξεφεύγει από τα όρια της νομιμότητας και ανεξάρτητα από το αν η πράξη αυτή γίνεται στο όνομα της δημοκρατίας ή του Θεού ή οποιουδήποτε άλλου νόμιμου ή παράνομου, δικαιολογημένου ή αδικαιολόγητου δικαιώματος.
Στο σημείο αυτό έρχεται το κράτος. Ή καλύτερα θα έπρεπε να έρθει το κράτος και να βάλει στην θέση του οποιονδήποτε ξεπερνάει τις κόκκινες γραμμές, ανεξάρτητα από το αν ανήκει στο μπλοκ των εργαζομένων ή της εργοδοσίας. Υπάρχει ένα κράτος που οφείλει να εφαρμόσει τους νόμους που το ίδιο θέσπισε.
Τα έχετε ξανακούσει αυτά. Τα έχετε ξαναδιαβάσει. Έχετε βαρεθεί να λέμε τα ίδια και τα ίδια. Και πάλι δίκιο έχετε. Με μια διαφορά. Ότι αυτή την φορά το οποιοδήποτε έλλειμμα από πλευράς του κράτους αναδεικνύει την ανεπάρκεια του πολιτικού κόσμου. Κι αυτό είναι επικίνδυνο για την ίδια την δημοκρατία, εφόσον όλοι μας την επικαλούμαστε και βρίσκουμε εκεί καταφύγιο για να στηρίξουμε τα επιχειρήματά μας. Ο πολύς ο κόσμος, κύριοι συνδικαλιστές, σας θεωρεί μέρος του προβλήματος. Σας έχει συμπεριλάβει στις δυνάμεις εκείνες που οδήγησαν τη χώρα στα σημερινά χάλια. Ξέρουμε ότι πολλοί από εσάς ακολουθείτε στη συνέχεια πολιτική καριέρα, εξαργυρώνοντας τους «αγώνες» που έχετε κάνει. Αυτό ακριβώς λέει και ο κόσμος. Ένας κόσμος που πραγματικά πεινάει και ο οποίος όταν χάνει την δουλειά του δεν παίρνει μπόνους τους μισθούς τριών ετών, αλλά χάνει τον κόσμο κάτω από τα πόδια του...
Φωνάζουν σήμερα οι συνδικαλιστές του ΟΤΕ. Γιατί; Γιατί έγιναν απολύσεις στην Cosmote. Θα πείτε ότι είναι υποχρέωση ενός συνδικαλιστικού σωματείου να υπερασπίσει τα μέλη του και έχετε δίκιο. Θα πείτε, επίσης, ότι είναι άδικο και δυσάρεστο να χάνονται θέσεις εργασίας και ότι κανείς από εμάς δεν θα ήθελε να βρεθεί και ιδιαίτερα αυτή την εποχή στο στρατόπεδο της ανεργίας. Και πάλι δίκιο έχετε.
Από την άλλη πλευρά, είναι και δικαίωμα της εργοδοσίας να κρίνει το καλύτερο για την εταιρεία. Φανταζόμαστε ότι και πάλι δεν θα διαφωνήσει κάποιος. Εκτός και αν κάποιος πιστεύει ότι ζούμε σε καθεστώς σοσιαλιστικής δημοκρατίας, ότι όλοι οι εργαζόμενοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι κι έτσι απαγορεύονται οι απολύσεις. Αλλά εδώ το θέμα αυτό έχει αντιμετωπιστεί ακόμη και στην... κουμουνιστική Κούβα...
Σε μία δημοκρατική κοινωνία, τα όρια των δικαιωμάτων του καθενός είναι οριοθετημένα. Ο καθένας έχει έναν ρόλο που πρέπει να υπερασπιστεί, διότι με τον τρόπο αυτόν κάνει καλύτερα τη δουλειά του. Η διοίκηση του ΟΤΕ να κάνει τις απολύσεις, αν έτσι υπερασπίζεται το μέλλον της εταιρείας και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων να διεκδικήσουν το καλύτερο για τα μέλη τους. Μέχρις εδώ, καλά. Το πρόβλημα αρχίζει και δημιουργείται από τη στιγμή που ένα από τα δύο μέρη αφήνει στην άκρη τα περί δημοκρατίας και αρχίζει να συμπεριφέρεται με ανάρμοστο τρόπο. Για παράδειγμα, είναι ανάρμοστο να πηγαίνει ο άλλος στη δουλειά του και να κάνει «λευκή απεργία». Ή να κατεβάζει τους διακόπτες. Τα τελευταία χρόνια και στα πλαίσια μιας γενικότερης ελευθεριότητας, έχουμε μάθει να δεχόμαστε τα πάντα. Είναι όμως έτσι;
Ας πούμε ότι ένα ισχυρό συνδικάτο έχει τον «τσαμπουκά» να κατεβάσει τους διακόπτες ή να κάψει τα βαγόνια του τραίνου (το έχουμε ακούσει κι αυτό). Αν το πάμε έτσι, η εργοδοσία τι πρέπει να κάνει; Πως μπορεί να αντιμετωπίσει τους τραμπουκισμούς; Να προσλάβει, μήπως, μπράβους και να περάσει σε αντίμετρα; Κάπως έτσι έβγαζε το ψωμί της η Μαφία στις αρχές του αιώνα στην Αμερική. Άλλοτε έπαιρνε το μέρος της εργοδοσίας και άλλοτε των συνδικάτων. Όποιος πλήρωνε καλύτερα. Σας φαίνεται τραβηγμένο; Είναι πολύ τραβηγμένο. Τόσο, όσο και οποιαδήποτε άλλη πράξη ξεφεύγει από τα όρια της νομιμότητας και ανεξάρτητα από το αν η πράξη αυτή γίνεται στο όνομα της δημοκρατίας ή του Θεού ή οποιουδήποτε άλλου νόμιμου ή παράνομου, δικαιολογημένου ή αδικαιολόγητου δικαιώματος.
Στο σημείο αυτό έρχεται το κράτος. Ή καλύτερα θα έπρεπε να έρθει το κράτος και να βάλει στην θέση του οποιονδήποτε ξεπερνάει τις κόκκινες γραμμές, ανεξάρτητα από το αν ανήκει στο μπλοκ των εργαζομένων ή της εργοδοσίας. Υπάρχει ένα κράτος που οφείλει να εφαρμόσει τους νόμους που το ίδιο θέσπισε.
Τα έχετε ξανακούσει αυτά. Τα έχετε ξαναδιαβάσει. Έχετε βαρεθεί να λέμε τα ίδια και τα ίδια. Και πάλι δίκιο έχετε. Με μια διαφορά. Ότι αυτή την φορά το οποιοδήποτε έλλειμμα από πλευράς του κράτους αναδεικνύει την ανεπάρκεια του πολιτικού κόσμου. Κι αυτό είναι επικίνδυνο για την ίδια την δημοκρατία, εφόσον όλοι μας την επικαλούμαστε και βρίσκουμε εκεί καταφύγιο για να στηρίξουμε τα επιχειρήματά μας. Ο πολύς ο κόσμος, κύριοι συνδικαλιστές, σας θεωρεί μέρος του προβλήματος. Σας έχει συμπεριλάβει στις δυνάμεις εκείνες που οδήγησαν τη χώρα στα σημερινά χάλια. Ξέρουμε ότι πολλοί από εσάς ακολουθείτε στη συνέχεια πολιτική καριέρα, εξαργυρώνοντας τους «αγώνες» που έχετε κάνει. Αυτό ακριβώς λέει και ο κόσμος. Ένας κόσμος που πραγματικά πεινάει και ο οποίος όταν χάνει την δουλειά του δεν παίρνει μπόνους τους μισθούς τριών ετών, αλλά χάνει τον κόσμο κάτω από τα πόδια του...
Θανάσης Μαυρίδης
thannasis.mavridis@capital.gr
Πηγή:www.capital.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου