του Γιάννη Λούλη
Το τελευταίο διάστημα κυριάρχησε στον δημόσιο βίο – μη αφήνοντας κανέναν αλώβητο – ένα σύνδρομο: Εκείνο της υστερίας. Τούτο είναι πολλαπλά ανησυχητικό: Διότι εξαπλώνεται, με την πρώτη αφορμή, παντού. Ενώ είναι το τελευταίο που χρειάζεται μια χώρα που βρίσκεται σε ένα τεντωμένο σχοινί, πάνω από την άβυσσο. Παράλληλα, πέρα από την εθνική ζημιά που προκαλεί η υστερία, συγκαλύπτει τα προβλήματα ουσίας, δυσκολεύοντας την αντιμετώπιση τους.
Το σύνδρομο της υστερίας ξέσπασε μετά την συνέντευξη τύπου των εκπροσώπων της τρόικας που αναφέρθηκαν επικοινωνιακά άκομψα στην αξιοποίηση της περιουσίας του δημοσίου και την ανάγκη να προχωρήσουν οι απαραίτητες ιδιωτικοποιήσεις. Δυστυχώς οι εκπρόσωποι δεν επέλεξαν μια γραπτή ενημέρωση, αποφεύγοντας τις συνεντεύξεις τύπου, σε μια χώρα όπου τα πλείστα τηλεοπτικά μέσα χαρακτηρίζονται από άκρατη υστερία.
Υστερικά όμως αντέδρασε και η κυβέρνηση, με στελέχη του ΠΑΣΟΚ να επιστρατεύουν το ψευδοσοσιαλιστικό λαϊκισμό της δεκαετίας του 1980, που έβαλε τις βάσεις για τις σημερινές οικονομικές παθογένειες του τόπου. Ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του πρόσφατου λαϊκισμού ήσαν και υπουργοί, που κάνουν επίδειξη «αριστερισμού», αντί να επιλύνουν προβλήματα. Κραυγές όπως: «δώσε θάρρος στο χωριάτη», «τι εκφράζουν αυτοί (της τρόικας)», «υποδείξεις δεν δεχόμαστε από κανέναν», παρέσυραν και τον Γιώργο Παπανδρέου. Έτσι, εκδόθηκε μια κυβερνητική δήλωση, απολύτως ξένη προς το προφίλ του Πρωθυπουργού.
Η κοινή γνώμη, στη μεγαλύτερη πλειοψηφία της, δεν συγκινείται ούτε από την «ιερή οργή» των ΜΜΕ, ούτε της κυβέρνησης, ούτε της αντιπολίτευσης. Όλα αυτά γίνονται για το θεαθήναι. Ειδικότερα, η αξιωματική αντιπολίτευση, που πρωταγωνιστεί σε ανευθυνότητα, ζήτησε την παραίτηση του Υπουργού Οικονομικών, ενός πολιτικού, που μαζί με τον Πρωθυπουργό, αποτελεί διεθνώς το δίπολο της αξιοπιστίας της χώρας.
Η υστερία υπερκάλυψε ουσιώδη ζητήματα. Αποκαλυπτικό ήταν το ρεπορτάζ της «Η» για το διαχρονικό χάος που επικρατεί στην προσπάθεια αποτίμησης της αξίας της ατάκτως ερριμένης περιουσίας του δημοσίου, με μόνο το 13,47% να είναι ελεύθερη προς αξιοποίηση. Επίσης, ο Παπακωνσταντίνου, περιμένει εις μάτην από τους λαϊκίζοντες συναδέλφους του, προτάσεις για ιδιωτικοποιήσεις στο τομέα ευθύνης τους. Παράλληλα, ο όλος θόρυβος επισκίασε κυβερνητικές παλινωδίες. Με τις αναδιπλώσεις απέναντι σε φαρμακοποιούς και δικηγόρους, την ατολμία να παρθούν μέτρα για την προστασία των πολιτών από την ασυδοσία των απεργών των μέσων μαζικής μεταφοράς και την στάση της κυβέρνησης ως παρατηρητή, όταν καταλαμβάνεται βιαίως κτήριο της διοίκησης της ΔΕΗ, θυμίζοντας τριτοκοσμική χώρα.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου έχει όντως επιχειρήσει σημαντικές τομές που έπρεπε να γίνουν εδώ και δεκαετίες. Αλλά κάθε μέρα που περνά, καθιστά φανερό πως η προσπάθεια αυτή είναι έργο λίγων Υπουργών και προσωπικά του Πρωθυπουργού. Κατά τα άλλα, το συνολικό κυβερνητικό σχήμα «σέρνεται», εκεί που θα έπρεπε να τρέχει. Εάν μάλιστα δεν υπήρχε η καυτή ανάσα της τρόικας, όλα θα λίμναζαν.
Το 1964, ο διάσημος σχολιαστής William Pfaff δημοσίευε το κλασσικό έργο του, «The Politics of Hysteria». Προειδοποιούσε τότε πως η υστερία είναι ο χειρότερος σύμβουλος, ειδικά όταν τα πράγματα είναι δύσκολα. Διότι τότε, περισσότερο παρά ποτέ, απαιτείται όπως γράφει, «υπομονή, αυτοσυγκράτηση, αντοχή», για να ξεπερασθούν τα μεγάλα εμπόδια. Μ’ αυτή την πυξίδα θα έπρεπε νηφάλια και αποφασιστικά να χειρίζεται η κυβέρνηση τις προκλήσεις. Για να σωθεί ο τόπος.
Το σύνδρομο της υστερίας ξέσπασε μετά την συνέντευξη τύπου των εκπροσώπων της τρόικας που αναφέρθηκαν επικοινωνιακά άκομψα στην αξιοποίηση της περιουσίας του δημοσίου και την ανάγκη να προχωρήσουν οι απαραίτητες ιδιωτικοποιήσεις. Δυστυχώς οι εκπρόσωποι δεν επέλεξαν μια γραπτή ενημέρωση, αποφεύγοντας τις συνεντεύξεις τύπου, σε μια χώρα όπου τα πλείστα τηλεοπτικά μέσα χαρακτηρίζονται από άκρατη υστερία.
Υστερικά όμως αντέδρασε και η κυβέρνηση, με στελέχη του ΠΑΣΟΚ να επιστρατεύουν το ψευδοσοσιαλιστικό λαϊκισμό της δεκαετίας του 1980, που έβαλε τις βάσεις για τις σημερινές οικονομικές παθογένειες του τόπου. Ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του πρόσφατου λαϊκισμού ήσαν και υπουργοί, που κάνουν επίδειξη «αριστερισμού», αντί να επιλύνουν προβλήματα. Κραυγές όπως: «δώσε θάρρος στο χωριάτη», «τι εκφράζουν αυτοί (της τρόικας)», «υποδείξεις δεν δεχόμαστε από κανέναν», παρέσυραν και τον Γιώργο Παπανδρέου. Έτσι, εκδόθηκε μια κυβερνητική δήλωση, απολύτως ξένη προς το προφίλ του Πρωθυπουργού.
Η κοινή γνώμη, στη μεγαλύτερη πλειοψηφία της, δεν συγκινείται ούτε από την «ιερή οργή» των ΜΜΕ, ούτε της κυβέρνησης, ούτε της αντιπολίτευσης. Όλα αυτά γίνονται για το θεαθήναι. Ειδικότερα, η αξιωματική αντιπολίτευση, που πρωταγωνιστεί σε ανευθυνότητα, ζήτησε την παραίτηση του Υπουργού Οικονομικών, ενός πολιτικού, που μαζί με τον Πρωθυπουργό, αποτελεί διεθνώς το δίπολο της αξιοπιστίας της χώρας.
Η υστερία υπερκάλυψε ουσιώδη ζητήματα. Αποκαλυπτικό ήταν το ρεπορτάζ της «Η» για το διαχρονικό χάος που επικρατεί στην προσπάθεια αποτίμησης της αξίας της ατάκτως ερριμένης περιουσίας του δημοσίου, με μόνο το 13,47% να είναι ελεύθερη προς αξιοποίηση. Επίσης, ο Παπακωνσταντίνου, περιμένει εις μάτην από τους λαϊκίζοντες συναδέλφους του, προτάσεις για ιδιωτικοποιήσεις στο τομέα ευθύνης τους. Παράλληλα, ο όλος θόρυβος επισκίασε κυβερνητικές παλινωδίες. Με τις αναδιπλώσεις απέναντι σε φαρμακοποιούς και δικηγόρους, την ατολμία να παρθούν μέτρα για την προστασία των πολιτών από την ασυδοσία των απεργών των μέσων μαζικής μεταφοράς και την στάση της κυβέρνησης ως παρατηρητή, όταν καταλαμβάνεται βιαίως κτήριο της διοίκησης της ΔΕΗ, θυμίζοντας τριτοκοσμική χώρα.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου έχει όντως επιχειρήσει σημαντικές τομές που έπρεπε να γίνουν εδώ και δεκαετίες. Αλλά κάθε μέρα που περνά, καθιστά φανερό πως η προσπάθεια αυτή είναι έργο λίγων Υπουργών και προσωπικά του Πρωθυπουργού. Κατά τα άλλα, το συνολικό κυβερνητικό σχήμα «σέρνεται», εκεί που θα έπρεπε να τρέχει. Εάν μάλιστα δεν υπήρχε η καυτή ανάσα της τρόικας, όλα θα λίμναζαν.
Το 1964, ο διάσημος σχολιαστής William Pfaff δημοσίευε το κλασσικό έργο του, «The Politics of Hysteria». Προειδοποιούσε τότε πως η υστερία είναι ο χειρότερος σύμβουλος, ειδικά όταν τα πράγματα είναι δύσκολα. Διότι τότε, περισσότερο παρά ποτέ, απαιτείται όπως γράφει, «υπομονή, αυτοσυγκράτηση, αντοχή», για να ξεπερασθούν τα μεγάλα εμπόδια. Μ’ αυτή την πυξίδα θα έπρεπε νηφάλια και αποφασιστικά να χειρίζεται η κυβέρνηση τις προκλήσεις. Για να σωθεί ο τόπος.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου