- Τουρκία και τζιχαντιστές έχουν αναλάβει τη «βρώμικη δουλειά» από την πλευρά της Δύσης
- Στόχος η αλλαγή του γεωπολιτικού χάρτη της Μέσης Ανατολής
Ο Αμερικανός δημοσιογράφος «Richard Engel» χαρακτήρισε ως αναποτελεσματική την αμερικανική στρατηγική εναντίον του «Ισλαμικού Κράτους».
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες ενέκριναν μια αναποτελεσματική στρατηγική στον αγώνα κατά των τζιχαντιστών του ισλαμικού κράτους», δήλωσε ο δημοσιογράφος από το αμερικανικό τηλεοπτικό κανάλι NBC, Richard Engel.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες ενέκριναν μια αναποτελεσματική στρατηγική στον αγώνα κατά των τζιχαντιστών του ισλαμικού κράτους», δήλωσε ο δημοσιογράφος από το αμερικανικό τηλεοπτικό κανάλι NBC, Richard Engel.
οια τακτική, όμως, θα μπορούσε (και έπρεπε) να χρησιμοποιήσουν οι ΗΠΑ (και εν γένει η δυτική συμμαχία) κατά των τζιχαντιστών;
Τι «τακτικά όπλα» διαθέτουν στο οπλοστάσιό τους οι δυτικές χώρες, τα οποία διατηρούν σε ουσιαστική αδράνεια;
Η απάντηση βρίσκεται πρώτα, σε ένα εκτεταμένο δίκτυο πρακτόρων και πληροφοριοδοτών που διαθέτουν οι δυτικές χώρες (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία κ.α.) στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και τα τελευταία τουλάχιστον 3 χρόνια ιδιαίτερα στην Συρία, η οποία είχε μετατραπεί σε στόχο προς εξολόθρευση (και εξακολουθεί φυσικά να βρίσκεται στο στόχαστρο των δυτικών χωρών και ιδιαίτερα των ΗΠΑ).
Αν και άγνωστος, είναι πραγματικά πολύ μεγάλος ο αριθμός των κεκαλυμμένων πρακτόρων και επιχειρήσεων που έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή μείζονος ενδιαφέροντος.
Επίσης, θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως άνθρωποι των δυτικών μυστικών υπηρεσιών έχουν διεισδύσει στους κόλπους των τζιχαντιστών, από την εποχή που εκπαίδευαν ομάδες εξτρεμιστών ισλαμιστών (όπως έχει ήδη δημοσιευθεί). Βέβαια, η αρχική εκπαιδευτική "γνωριμία" δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη και θεωρείται βέβαιο πως επιδιώχθηκαν και πραγματοποιήθηκαν διεισδύσεις σε καίριους τομείς της οργάνωσης (διοίκησης, οργάνωσης αλλά και επιχειρήσεων) των φανατικών ισλαμιστών (τζιχαντιστών) είτε με την μορφή στρατιωτικού συμβούλου, είτε ακόμη και με την «βιτρίνα» φανατικών ισλαμιστών.
Το δεύτερο σημαντικό «όπλο» των δυτικών απέναντι στους ισλαμιστές είναι οι ομάδες ειδικών επιχειρήσεων που δρουν στο σύνολο σχεδόν των περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί ως υψηλού ενδιαφέροντος από την πλευρά της Δύσης. Οι ομάδες αυτές συλλέγουν πληροφορίες, αλλά και συντονίζουν (με εξελιγμένη τεχνολογία) πυραυλικές επιθέσεις σε σημαντικούς τομείς της υποδομής (αλλά και εν εξελίξει επιχειρήσεων) του αντιπάλου, ενώ σε μερικές περιπτώσεις μπορούν να εκτελούν και επιχειρήσεις ψυχολογικού πολέμου.
Το τρίτο σπουδαιότατο όπλο που φαίνεται πως –για άγνωστο λόγο- δεν χρησιμοποιείται εκτεταμένα από τους δυτικούς σε περιοχές όπως η κουρδική πόλη Κομπάνι, είναι τα Drones (μη επανδρωμένα αεροσκάφη παρακολούθησης αλλά και εκτέλεσης επιχειρήσεων βομβαρδισμών επιλεγμένων στόχων).
Με την αδειοδότηση (από την πλευρά της Τουρκίας) χρησιμοποίησης της ΝΑΤΟϊκής βάσης του Ιντσιρλίκ, η δυτική συμμαχία έχει πλέον τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει και τα επιθετικά ελικόπτερα «Απάτσι», για να καταφέρει καίρια πλήγματα σε σημεία επιχειρησιακής ανάπτυξης των τζιχαντιστών, αλλά και για γίνει κατορθωτό να αποκοπεί ο εφοδιασμός τους στους χώρους ανάπτυξης των επιχειρήσεών τους.
Ο συνδυασμός των παραπάνω «αδρανών όπλων», είναι δυνατόν να επιφέρει θεαματικά αποτελέσματα, να περιορίσει την δραστηριότητα και εν γένει την κινητικότητα των τζιχαντιστών, ενώ είναι βέβαιο πως θα τους εξαναγκάσει στην περαιτέρω διασπορά τους, μειώνοντας έτσι σημαντικά την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητά τους, εξαναγκάζοντάς τους στο να αναζητούν πρωτίστως τρόπους διάσωσής τους, αφού δεν θα έχουν πλέον επαρκή και ασφαλή ανεφοδιασμό και ως εκ τούτου δεν θα μπορούν να υλοποιήσουν εκτεταμένες επιχειρήσεις.
Βέβαια, εάν η Δύση επιθυμούσε να τελειώσει οριστικά με τους τζιχαντιστές (που υπενθυμίζουμε εκπαίδευσαν δυτικές μυστικές υπηρεσίες), θα επέλεγε πιο «σιωπηλούς τρόπους» τους οποίους έχει στη διάθεσή της, αλλά και πάλι για άγνωστους λόγους δεν επιλέγει να χρησιμοποιήσει…
Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι πως η Δύση, δεν θέλει να εξολοθρεύσει τους τζιχαντιστές, αφού η ίδια τους κατασκεύασε για να την εξυπηρετήσουν. Θέλει απλώς να τους χρησιμοποιήσει ως άλλοθι για την επάνοδό της στην επικίνδυνη Μέση Ανατολή, για την οποία έχει άλλους σχεδιασμούς, πολύ μεγαλύτερους από εκείνους των φανατικών θρησκευόμενων εξτρεμιστών ισλαμιστών.
Από όλα αυτά συνάγεται το συμπέρασμα πως η εμπλοκή της Δύσης σε αγώνα κατά των τζιχαντιστών είναι περισσότερο επικοινωνιακού χαρακτήρα, ενδεχομένως και οικονομικής στήριξης της δυτικής πολεμικής βιομηχανίας και επ’ ουδενί δεν ενδιαφέρεται να λειτουργήσει προς την κατεύθυνση επέμβασης ανθρωπιστικού χαρακτήρα και της διάσωσης δεκάδων (ή και εκατοντάδων) χιλιάδων αθώων πολιτών (μουσουλμάνων και χριστιανών) της Μέσης και Εγγύς Ανατολής.
Οι τζιχαντιστές είναι ένα δυτικό εργαλείο που κατασκευάστηκε για να οδηγήσει σε αλλαγή του γεωπολιτικού χάρτη στην Μέση Ανατολή. Ένα εργαλείο που λειτουργεί εκτελώντας κυρίως ψυχολογικές επιχειρήσεις (με δημόσιες σκηνές βίας και αποκεφαλισμών που διαθέτουν οι ίδιοι στο διαδίκτυο), οι οποίες στοχεύουν τόσο στους πληθυσμούς της Μέσης Ανατολής, όσο και στους πληθυσμούς των δυτικών χωρών.
Τι «τακτικά όπλα» διαθέτουν στο οπλοστάσιό τους οι δυτικές χώρες, τα οποία διατηρούν σε ουσιαστική αδράνεια;
Η απάντηση βρίσκεται πρώτα, σε ένα εκτεταμένο δίκτυο πρακτόρων και πληροφοριοδοτών που διαθέτουν οι δυτικές χώρες (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία κ.α.) στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και τα τελευταία τουλάχιστον 3 χρόνια ιδιαίτερα στην Συρία, η οποία είχε μετατραπεί σε στόχο προς εξολόθρευση (και εξακολουθεί φυσικά να βρίσκεται στο στόχαστρο των δυτικών χωρών και ιδιαίτερα των ΗΠΑ).
Αν και άγνωστος, είναι πραγματικά πολύ μεγάλος ο αριθμός των κεκαλυμμένων πρακτόρων και επιχειρήσεων που έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή μείζονος ενδιαφέροντος.
Επίσης, θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως άνθρωποι των δυτικών μυστικών υπηρεσιών έχουν διεισδύσει στους κόλπους των τζιχαντιστών, από την εποχή που εκπαίδευαν ομάδες εξτρεμιστών ισλαμιστών (όπως έχει ήδη δημοσιευθεί). Βέβαια, η αρχική εκπαιδευτική "γνωριμία" δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη και θεωρείται βέβαιο πως επιδιώχθηκαν και πραγματοποιήθηκαν διεισδύσεις σε καίριους τομείς της οργάνωσης (διοίκησης, οργάνωσης αλλά και επιχειρήσεων) των φανατικών ισλαμιστών (τζιχαντιστών) είτε με την μορφή στρατιωτικού συμβούλου, είτε ακόμη και με την «βιτρίνα» φανατικών ισλαμιστών.
Το δεύτερο σημαντικό «όπλο» των δυτικών απέναντι στους ισλαμιστές είναι οι ομάδες ειδικών επιχειρήσεων που δρουν στο σύνολο σχεδόν των περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί ως υψηλού ενδιαφέροντος από την πλευρά της Δύσης. Οι ομάδες αυτές συλλέγουν πληροφορίες, αλλά και συντονίζουν (με εξελιγμένη τεχνολογία) πυραυλικές επιθέσεις σε σημαντικούς τομείς της υποδομής (αλλά και εν εξελίξει επιχειρήσεων) του αντιπάλου, ενώ σε μερικές περιπτώσεις μπορούν να εκτελούν και επιχειρήσεις ψυχολογικού πολέμου.
Το τρίτο σπουδαιότατο όπλο που φαίνεται πως –για άγνωστο λόγο- δεν χρησιμοποιείται εκτεταμένα από τους δυτικούς σε περιοχές όπως η κουρδική πόλη Κομπάνι, είναι τα Drones (μη επανδρωμένα αεροσκάφη παρακολούθησης αλλά και εκτέλεσης επιχειρήσεων βομβαρδισμών επιλεγμένων στόχων).
Με την αδειοδότηση (από την πλευρά της Τουρκίας) χρησιμοποίησης της ΝΑΤΟϊκής βάσης του Ιντσιρλίκ, η δυτική συμμαχία έχει πλέον τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει και τα επιθετικά ελικόπτερα «Απάτσι», για να καταφέρει καίρια πλήγματα σε σημεία επιχειρησιακής ανάπτυξης των τζιχαντιστών, αλλά και για γίνει κατορθωτό να αποκοπεί ο εφοδιασμός τους στους χώρους ανάπτυξης των επιχειρήσεών τους.
Ο συνδυασμός των παραπάνω «αδρανών όπλων», είναι δυνατόν να επιφέρει θεαματικά αποτελέσματα, να περιορίσει την δραστηριότητα και εν γένει την κινητικότητα των τζιχαντιστών, ενώ είναι βέβαιο πως θα τους εξαναγκάσει στην περαιτέρω διασπορά τους, μειώνοντας έτσι σημαντικά την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητά τους, εξαναγκάζοντάς τους στο να αναζητούν πρωτίστως τρόπους διάσωσής τους, αφού δεν θα έχουν πλέον επαρκή και ασφαλή ανεφοδιασμό και ως εκ τούτου δεν θα μπορούν να υλοποιήσουν εκτεταμένες επιχειρήσεις.
Βέβαια, εάν η Δύση επιθυμούσε να τελειώσει οριστικά με τους τζιχαντιστές (που υπενθυμίζουμε εκπαίδευσαν δυτικές μυστικές υπηρεσίες), θα επέλεγε πιο «σιωπηλούς τρόπους» τους οποίους έχει στη διάθεσή της, αλλά και πάλι για άγνωστους λόγους δεν επιλέγει να χρησιμοποιήσει…
Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι πως η Δύση, δεν θέλει να εξολοθρεύσει τους τζιχαντιστές, αφού η ίδια τους κατασκεύασε για να την εξυπηρετήσουν. Θέλει απλώς να τους χρησιμοποιήσει ως άλλοθι για την επάνοδό της στην επικίνδυνη Μέση Ανατολή, για την οποία έχει άλλους σχεδιασμούς, πολύ μεγαλύτερους από εκείνους των φανατικών θρησκευόμενων εξτρεμιστών ισλαμιστών.
Από όλα αυτά συνάγεται το συμπέρασμα πως η εμπλοκή της Δύσης σε αγώνα κατά των τζιχαντιστών είναι περισσότερο επικοινωνιακού χαρακτήρα, ενδεχομένως και οικονομικής στήριξης της δυτικής πολεμικής βιομηχανίας και επ’ ουδενί δεν ενδιαφέρεται να λειτουργήσει προς την κατεύθυνση επέμβασης ανθρωπιστικού χαρακτήρα και της διάσωσης δεκάδων (ή και εκατοντάδων) χιλιάδων αθώων πολιτών (μουσουλμάνων και χριστιανών) της Μέσης και Εγγύς Ανατολής.
Οι τζιχαντιστές είναι ένα δυτικό εργαλείο που κατασκευάστηκε για να οδηγήσει σε αλλαγή του γεωπολιτικού χάρτη στην Μέση Ανατολή. Ένα εργαλείο που λειτουργεί εκτελώντας κυρίως ψυχολογικές επιχειρήσεις (με δημόσιες σκηνές βίας και αποκεφαλισμών που διαθέτουν οι ίδιοι στο διαδίκτυο), οι οποίες στοχεύουν τόσο στους πληθυσμούς της Μέσης Ανατολής, όσο και στους πληθυσμούς των δυτικών χωρών.
Οι τζιχαντιστές είναι το απόλυτο δυτικό εργαλείο, μέσω του οποίου θα επιταχυνθούν διαδικασίες για αλλαγές στα όρια των χωρών, αλλά και για ουσιαστικές –για την Δύση- αλλαγές πολιτικής ισχύος, οι οποίες θα επιτρέψουν στις δυτικές χώρες την περαιτέρω διείσδυση στην μείζονος ενεργειακού – οικονομικού και γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος περιοχή της Εγγύς Ανατολής, δηλαδή στην περιοχή του Ιράν (μεγάλου αντιπάλου των τζιχαντιστών), της χώρας που αποτελεί τον πλέον σημαντικό ενεργειακό τροφοδότη της Κίνας…