Πόσο πιθανή είναι μια στρατιωτική επέμβαση στη Λιβύη;

Του Κώστα Ράπτη

Μπορεί ο ίδιος ο ηγέτης της Λιβύης να είναι, σύμφωνα με τη διαπίστωση του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, «πολιτικά νεκρός», ωστόσο με την πεισματική αντίστασή του βοήθησε στην ανάσταση ενός άλλου «πτώματος»: της ιδέας της ανθρωπιστικής ένοπλης επέμβασης και της μονομερούς δράσης, η οποία απαξιώθηκε στα Βαλκάνια και το Ιράκ.

Οι σχετικές παροτρύνσεις αρχικά του Βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον, η μετακίνηση αμερικανικών, βρετανικών και καναδικών πολεμικών πλοίων στα ανοιχτά της Λιβύης και οι προτάσεις για επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων πάνω από τη χώρα του Καντάφι έδειξαν τις προηγούμενες μέρες να δημιουργούν ένα momentum υπέρ της στρατιωτικής επιλογής, την οποία και ο ένοικος του Λευκού Οίκου διαμηνύει ότι διατηρεί «πάνω στο τραπέζι».

Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό, ότι η νεοσυντηρητική αμερικανική οργάνωση Foreign Policy Initiative (ουσιαστικός διάδοχος εδώ και δύο χρόνια του περισσότερο γνωστού Project for a New American Century) εξέδωσε ανοικτή επιστολή προς τον Μπαράκ Ομπάμα, υπογραφόμενη από 40 βετεράνους της αμερικανικής εξωτερικής, με την οποία ζητείται η ενεργοποίηση της στρατιωτικής επιλογής ενόψει της «ηθικής και ανθρωπιστικής καταστροφής» την οποία αντιμετωπίζει η Λιβύη.

Τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας κίνησης για τον «διεθνή παράγοντα» είναι προφανή: το μέγεθος της κρίσης θα αποτελούσε πρώτης τάξεως δικαιολογία για την δικαίωση μονομερούς δράσης, εν ανάγκη και χωρίς την κάλυψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ όπου παρακάθονται δύστροπές δυνάμεις σαν τη Ρωσία και την Κίνα. Η καχεξία της κοινωνίας των πολιτών στη Λιβύη θα δικαιολογούσε την επίκληση «σεναρίων Σομαλίας». Οι λιβυκές πετρελαιοπηγές θα περνούσαν σε «ασφαλή χέρια» ενώ θα αποτρεπόταν η δημιουργία ενός εξεγερσιακού γεωγραφικού συνεχούς με την Τυνησία και την Αίγυπτο.

Ωστόσο, οι καιροί έχουν αλλάξει δραματικά: πέρα από τις αναμενόμενες αντιδράσεις της Μόσχας, επιφυλάξεις εκφράζονται και από δυτικές χώρες όπως η Γαλλία, ενώ η ίδια η Ουάσιγκτον στέλνει τα πλέον αντιφατικά μηνύματα – άλλοτε προτρέπει τον Καντάφι να αποχωρήσει και άλλοτε τον απειλεί με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, εξασφαλίζοντας τη συνέχιση της πεισματικής αντίστασής του. Άλλοτε προτείνει την επιβολή no fly zone και άλλοτε προειδοποιεί δια στόματος του επικεφαλής της Κεντρικής Στρατιωτικής Διοίκησης για τα ρίσκα του εγχειρήματος που προϋποθέτει την εξουδετέρωση της λιβυκής αεράμυνας. Άλλοτε εξετάζει το ενδεχόμενο να εξοπλίσει τους Λίβυους αντικαθεστωτικούς και άλλοτε εκφράζει (όπως το έπραξε η ισχυρή γερουσιαστής Νταϊάν Φάινσταϊν) ανοικτά τους δισταγμούς της επ’ αυτού.

Άλλωστε οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι, διαμηνύουν ότι είναι σε θέση (όπως αποδεικνύουν και οι επιχειρησιακές τους επιδόσεις) να ανατρέψουν τον Καντάφι μόνοι τους – υποψιαζόμενοι προφανώς ότι η όποια ξένη επέμβαση δεν αφορά τόσο τον παραπαίοντα δικτάτορα όσο τους ίδιους.

Ουσιώδης λεπτομέρεια: η ίδια η βρετανική κυβέρνηση που πρώτη έκρουσε τα τύμπανα του πολέμου έχει ήδη αναδιπλωθεί, καθώς την ίδια ώρα ανακοινώνει την απομάκρυνση εντός τετραετίας 11.000 ενστόλων από τις Ένοπλες Δυνάμεις (ανάμεσά τους και 170 ιπτάμενοι), στο πλαίσιο των δημοσιονομικών περικοπών. Παράλληλα, στην τελευταία τελετή αποφοίτησης νέων αξιωματικών του Αμερικανικού Στρατού Ξηράς, ο επικεφαλής του Πενταγώνου Ρόμπερτ Γκέιτς ανακοίνωσε ανοικτά ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις των χερσαίων δυνάμεων δεν θα βρίσκονται στο προσκήνιο τα επόμενα χρόνια και ότι αναζητούνται τρόποι να αξιοποιηθεί η εμπειρία που απέκτησε σε θέατρα δράσης όπως το Ιράκ και το Αφγανιστάν το προσωπικό που πλέον καλείται να επιστρέψει σε εν πολλοίς γραφειοκρατικά καθήκοντα...



Πηγή:Capital.gr

Σχόλια

  1. Έχω την εντύπωση ότι μια στρατιωτική επέμβαση στην Λιβύη θα εκτίναζε τις τιμές του μαύρου χρυσού καθώς η Δύση θα μπλεκότανε σε μία υπόθεση από την οποία δεν θα μπορούσε να αποχωρήσει άμεσα. Όπως συνέβη δηλ. στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου